Έλενα Μυλιώτη, Φοιτήτρια Οικονομικών Επιστημών Α.Π.Θ.

Όπως είναι γνωστό Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) θεωρούνται όλες εκείνες οι φυσικές μορφές ενέργειας που είναι αδιάλειπτες στο χρόνο, δηλαδή ο άνεμος, η γεωθερμία, η κυκλοφορία του νερού και άλλες. Σημαντική είναι η κατανόηση πως η εκάστοτε πηγή θα πρέπει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη φράση «ήπια μορφή ενέργειας», η οποία σημαίνει πως για την εκμετάλλευσή τους δεν απαιτείται κάποια ενεργητική παρέμβαση, όπως εξόρυξη, άντληση ή καύση και επίσης πρόκειται για «καθαρές» μορφές ενέργειας, πολύ «φιλικές» στο περιβάλλον, που δεν αποδεσμεύουν υδρογονάνθρακες, διοξείδιο του άνθρακα ή τοξικά και ραδιενεργά απόβλητα, όπως οι υπόλοιπες πηγές ενέργειας που χρησιμοποιούνται κατά κόρον.

Τα τελευταία χρόνια αρκετοί είναι οι άνθρωποι, αλλά και οι επιχειρήσεις με τη σειρά τους που έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους στις  ΑΠΕ. Πιο συγκεκριμένα οι διάφορες μορφές των ΑΠΕ είναι οι εξής:

  • Αιολική Ενέργεια: η κινητική ενέργεια που παράγεται από τη δύναμη του ανέμου και μετατρέπεται σε απολήψιμη μηχανική ενέργεια ή / και σε ηλεκτρική ενέργεια.
  • Υδροηλεκτρική Ενέργεια: Τα Μικρά Υδροηλεκτρικά Έργα (μέχρι 10 MW ισχύος) αξιοποιούν τις υδατοπτώσεις με στόχο την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ή και το μετασχηματισμό της σε απολήψιμη μηχανική ενέργεια.
  • Βιομάζα: αποτέλεσμα της φωτοσυνθετικής δραστηριότητας που μετασχηματίζει την ηλιακή ενέργεια με μία σειρά διεργασιών των φυτικών οργανισμών χερσαίας ή υδρόβιας προέλευσης.
  • Ηλιακή Ενέργεια, η οποία περιλαμβάνει τα ακόλουθα: Ενεργητικά Ηλιακά Συστήματα (μετατρέπουν την ηλιακή ακτινοβολία σε θερμότητα), βιοκλιματικός σχεδιασμός και παθητικά ηλιακά συστήματα (αρχιτεκτονικές λύσεις και χρήση κατάλληλων δομικών υλικών για τη μεγιστοποίηση της απ’ ευθείας εκμετάλλευσης της ηλιακής ενέργειας για θέρμανση, κλιματισμό ή φωτισμό), Φωτοβολταϊκά Ηλιακά Συστήματα (μετατρέπουν την ηλιακή ενέργεια άμεσα σε ηλεκτρική ενέργεια).
  • Γεωθερμική Ενέργεια: η θερμική ενέργεια που προέρχεται από το εσωτερικό της γης και εμπεριέχεται σε φυσικούς ατμούς, σε επιφανειακά ή υπόγεια θερμά νερά και σε θερμά ξηρά πετρώματα.
  • Υδρογόνο: Το υδρογόνο αποτελεί το 90% του σύμπαντος και θα αποτελέσει ένα νέο καύσιμο που θα χρησιμοποιείται στο μέλλον.

Ανάπτυξη Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην Ελλάδα:

Η χώρα μας στην προσπάθεια ανάπτυξης των ΑΠΕ για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την εξοικονόμηση φυσικών πόρων έχει θέσει ως στόχο για το 2020 οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας να καλύπτουν το 20% της παραγόμενης ενέργειας.

Αιολική ενέργεια: Στην Ελλάδα η εκμετάλλευση της αιολικής ενέργειας προκειμένου να παραχθεί ο ηλεκτρισμός ξεκίνησε από τη ΔΕΗ. Το 1982 δημιουργήθηκε το πρώτο αιολικό πάρκο στην Κύθνο. Στο πέρασμα του χρόνου, επειδή στα νησιά οι κάτοικοι δεν επένδυαν ιδιαίτερα στα αιολικά πάρκα, διότι θεωρούσαν πως οι ανεμογεννήτριες θα χαλούσαν την αισθητική των νησιών και θα έχαναν από τον τουρισμό, δημιουργήθηκαν τα «Αιολικά πάρκα off shore»,  τα οποία κατασκευάζονται μέσα στη θάλασσα σε περιοχές που έχουν δυνατούς ανέμους. Η Ελλάδα με το Αιγαίο Πέλαγος μπορεί να αξιοποιήσει άριστα αυτή τη νέα τεχνολογία, λαμβάνοντας υπόψη ότι η απόδοση ενός θαλάσσιου αιολικού πάρκου μπορεί να είναι 40% μεγαλύτερη απ΄ ότι ενός αντίστοιχου ηπειρωτικού.

Υδροηλεκτρική Ενέργεια: Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλές περιοχές που εμφανίζουν υψηλό δυναμικό έτσι ώστε να αναπτυχθούν υδροηλεκτρικά έργα. Για να προσελκύσει το κράτος ιδιώτες στην παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας ψήφισε νόμο σύμφωνα με τον οποίο οι υδροηλεκτρικές μονάδες θα επιχορηγούνται ή θα συγχρηματοδοτούνται από το κράτος ή από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Με την ισχύ του νόμου αυτού πολλοί ιδιώτες, αλλά και κοινότητες δήλωσαν το ενδιαφέρον τους για μια τέτοια επένδυση. Στην ηπειρωτική Ελλάδα υπάρχουν πολλές εκτάσεις που διαθέτουν υδροηλεκτρικό δυναμικό και δεν έχουν αξιοποιηθεί ακόμα, όπως η οροσειρά της Πίνδου. Υπολογίζεται ότι αυτές οι εκτάσεις αποτελούν το 30% του συνολικού υδροηλεκτρικού δυναμικού της χώρας, οπότε εάν αξιοποιηθεί αυτό το δυναμικό τότε θα καλυφθεί ένα μεγάλο μέρος της συνολικής κατανάλωσης.

Βιομάζα: Η Ελλάδα διαθέτει μεγάλη ποσότητα βιομάζας (7.500.000 τόνους γεωργικά υπολείμματα από καλλιέργειες και 2.700.000 τόνους δασικά υπολείμματα από υλοτομία), η οποία όμως παραμένει ανεκμετάλλευτη. Η βιομάζα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη θέρμανση ή τη ψύξη, για την παραγωγή ηλεκτρισμού σε κάποιες γεωργικές και βιομηχανικές περιοχές, αλλά και για την παραγωγή υγρών καυσίμων. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το βιοαέριο, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο σε μηχανές εσωτερικής καύσης και για την παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρισμού.

Ηλιακή Ενέργεια: Η ηλιακή ενέργεια στην Ελλάδα χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο από τους ηλιακούς θερμοσίφωνες. Η χώρα διαθέτει μια πολύ μεγάλη ποσότητα ηλιοσυλλεκτών και είναι η δεύτερη στην Ευρώπη μετά την Γερμανία στη χρήση τους. Διαθέτει την περισσότερη ηλιοφάνεια από κάθε άλλη χώρα στην Ευρώπη. Περίπου 30% των νοικοκυριών χρησιμοποιεί ηλιακούς θερμοσίφωνες. Βέβαια, το ποσοστό αυτό θα μπορούσε να είναι ακόμα πιο μεγάλο δεδομένου του άφθονου ήλιου που διατίθεται καθημερινά. Υπήρξε εντυπωσιακή ανάπτυξη της αγοράς φωτοβολταϊκών και μάλιστα εν μέσω οικονομικής κρίσης οπότε και δημιουργήθηκαν χιλιάδες θέσεις εργασίας. Το ποσοστό αυτό είναι σχετικά μικρό, γιατί δεν υπάρχουν φορολογικά κίνητρα και το κόστος εγκατάστασης είναι αρκετά υψηλό και αποσβένεται περίπου σε 5 έως 10 χρόνια. Η ηλιακή ενέργεια θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και από τα φωτοβολταϊκά συστήματα, δυστυχώς αυτό δεν συμβαίνει στο έπακρο διότι τα κόστη εγκατάστασης είναι υπέρογκα.

Γεωθερμική Ενέργεια:  Η Ελλάδα έχει γεωθερμικά εδάφη τα οποία είναι κατάλληλα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Τα εδάφη αυτά βρίσκονται κυρίως στο ηφαιστειακό τόξο του Αιγαίου, στα νησιά Μήλος, Σαντορίνη, Νίσυρος, Λέσβος, Χίο, Σαμοθράκη. Τα νησιά Μήλος-Κίμωλος, Σαντορίνη και Νίσυρος είναι αυτά που έχουν σχετικά πρόσφατη ηφαιστειακή δραστηριότητα και μεγάλα γεωθερμικά πεδία με θερμοκρασίες που φτάνουν τους 120-350 οC και με συνολικό γεωθερμικό δυναμικό τουλάχιστον 300MW. Παρόλο το πλούσιο γεωθερμικό δυναμικό της χώρας, δεν υπάρχει αξιόλογη χρήση της γεωθερμίας για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Υδρογόνο: Το υδρογόνο ήταν το πρώτο στοιχείο που σχηματίστηκε μετά το Big Bang και είναι ακόμα το πιο κοινό στοιχείο στο σύμπαν. Το υδρογόνο είναι ένα άχρωμο και άοσμο αέριο το οποίο υπάρχει άφθονο. Σαν καύσιμο μπορεί να ανακτηθεί από το φυσικό αέριο, το μεθάνιο ή το πετρέλαιο. Το υδρογόνο μπορεί να χαρακτηριστεί σαν το απόλυτο καύσιμο, δεν έχει καθόλου αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Είναι το πιο απλό και ελαφρύτερο στοιχείο στο σύμπαν, είναι άγευστο και μη-τοξικό. Ωστόσο, παγκοσμίως η ανάπτυξη του υδρογόνου ως καύσιμο είναι στα πρώτα στάδια και κατά συνεπαγωγή και για τη χώρα μας.

Απόρροια των παραπάνω είναι πως κατά βάση στον Ελλαδικό χώρο η κυριότερη ΑΠΕ είναι αδιαμφισβήτητα η ηλιακή ενέργεια και πιο συγκεκριμένα ηλιακών θερμοσίφωνων, αλλά και των φωτοβολταϊκών πάρκων. Μια σύντομη ιστορική αναδρομή μας δείχνει ότι μέχρι το 2006 η ανάπτυξη ήταν μηδαμινή (2.2 mwp), διότι οι εγκαταστάσεις περιορίζονταν στη ΔΕΗ. Ωστόσο, από το 2006 με ένα σαφέστερο νομοθετικό πλαίσιο, ευνοϊκότερες τιμολογιακές ρυθμίσεις και ανάλογες επιχορηγήσεις άρχισαν να ενδιαφέρονται όλο και περισσότεροι μικροεπενδυτές. Μέχρι το τέλος του 2010 οι αιτήσεις για άδεια παραγωγής για φωτοβολταϊκά πάρκα αντιστοιχούσαν σε ισχύ ίση με 9437MW. Συνολικά, στο τέλος του 2011 η εγκατεστημένη ισχύς φωτοβολταϊκών πάρκων ήταν 1536,3 MW, ενώ η ετήσια αύξηση άγγιξε το 150%.

Παρ’όλες τις συνθήκες διεθνούς οικονομικής κρίσης, την τέταρτη θέση στην Ευρώπη και την έβδομη διεθνώς κατέλαβε η Ελλάδα σε ό,τι αφορά την νέα εγκατεστημένη ισχύ φωτοβολταϊκών το 2012.  Για τρεις συνεχείς χρονιές (2011-2013), η Ελλάδα ήταν στο top-10 της παγκόσμιας αγοράς σε ότι αφορά στη νέα ετήσια εγκατεστημένη ισχύ. Τα τελευταία 4 χρόνια όμως τα πράγματα δεν είναι πια τόσο αισιόδοξα. Το 2017 εγκαταστάθηκαν μόλις 14 MW νέων φωτοβολταϊκών στη χώρα, όσα δηλαδή εγκαθιστούσαμε σε ένα πενθήμερο τέσσερα χρόνια πριν! Ένα από τα μείζονα λάθη των τελευταίων χρόνων ήταν το πάγωμα της αδειοδότησης νέων φωτοβολταϊκών την περίοδο Αυγούστου 2012 – Απριλίου 2014, οι πολιτικές εξελίξεις στη χώρα καθυστέρησαν την υιοθέτηση των νέων ευρωπαϊκών κανόνων για μια διετία και μόλις το καλοκαίρι του 2016 είχαμε το ένα νέο θεσμικό πλαισίου για τις ΑΠΕ. Ο πρώτος διαγωνισμός του Δεκεμβρίου 2016 δεν ακολουθήθηκε γρήγορα από κάποιον άλλο και έτσι το 2017 ήταν ένας νεκρός χρόνος με αποτέλεσμα οι επενδυτές να αδρανήσουν. Αυτά θα αλλάξουν θεωρητικά από το 2018 με την έναρξη διαγωνιστικών διαδικασιών για σημαντική ισχύ φωτοβολταϊκών την περίοδο 2018-2020, γεγονός που ξαναδίνει προοπτική στην ασθμαίνουσα αγορά. Προφανώς, ο εθνικός στόχος για το 2020 (συμμετοχή των ΑΠΕ κατά τουλάχιστον 40% στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, άρθρο 1, Ν.3851/2010) παραμένει άπιαστο όνειρο.

Παρόλα αυτά, και σε αντίθεση με το πρόσφατο παρελθόν, τα φωτοβολταϊκά έχουν όλα τα “προσόντα” να αναδειχτούν και πάλι σε πρωταθλητή τα χρόνια που έρχονται. Αρκεί να υπάρχει η πολιτική βούληση για κάτι τέτοιο.

Απάντηση