Ασφαλώς το θέμα των φορολογικών παραδείσων και γενικότερα της παγκόσμιας φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής είναι τεράστιο, πολύπλοκο, και έχει πολλούς και σημαντικούς λόγους ύπαρξης. Για να το καταλάβουμε και να το αναλύσουμε, θα πρέπει να γίνουν κάποιες απλουστεύσεις και υποθέσεις, οι οποίες φυσικά δε θα έχουν ως στόχο να μας απομακρύνουν από την πραγματική ουσία. Φυσικά η φοροδιαφυγή μπορεί να είναι σπορ εταιριών αλλά και φυσικών προσώπων, ωστόσο εδώ θα ασχοληθούμε με τις πολυεθνικές εταιρίες, καθώς μάλλον κατέχουν τη μερίδα του λέοντος από τα συνολικά 18 τρις δολάρια. Τόση είναι η αξία του ενεργητικού των φορολογικών παραδείσων σύμφωνα με το ΔΝΤ.

Πρώτα από όλα θα μπορούσαμε να φανταστούμε το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα σαν τη μητέρα, και τους επιμέρους κλάδους του όπως η παραγωγή, οι επενδύσεις, η φορολόγηση και άλλα πολλά, σαν τα μικρά της παιδιά. Θα δεχόμασταν στα σίγουρα πως ο τομέας της φορολογίας είναι το παιδί έφηβος, το προβληματικό παιδί της οικογένειας. Ο τομέας της φορολογίας για τις περισσότερες χώρες ανά την υφήλιο είναι προβληματικός, αναποτελεσματικός και μονίμως ένα βήμα πίσω από τους φοροδιαφεύγοντες. Στην πραγματικότητα το πρόβλημα είναι η πολυπλοκότητα του σύγχρονου οικονομικού δικτύου, ειδικά όταν σε αυτό παρεμβάλλονται μια σειρά κρατών που λειτουργούν ως χώροι στάθμευσης του παγκόσμιου κεφαλαίου, μιας και ο πιο σεβαστός νόμος που έχουν είναι το τραπεζικό απόρρητο, το εταιρικό απόρρητο και γενικώς το απόρρητο. Κανείς δε ρωτάει, κανείς δεν απαντάει, όλα γίνονται με τη μορφή καταπιστευμάτων και πολλαπλών τραπεζικών λογαριασμών που θα μπορούσαν να τρελάνουν και τον πιο επίμονο ανακριτή.

Σε μια ουτοπική κοινωνία, ο μόνος τρόπος να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα θα ήταν η περίπτωση μιας παγκόσμιας συμφωνίας όπου σε όλα τα κράτη θα ίσχυαν οι ίδιοι συντελεστές φορολόγησης κάτι που θα αναιρούσε αυτόματα την ιδιότητα των φορολογικών παραδείσων. Φυσικά κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να συμβεί λόγω των πολλών διαφορετικών οικονομικών καταβολών της κάθε χώρας, αλλά μάλλον μέχρι να συμβεί ο έλεγχος των εξωχώριων εταιριών είναι αδύνατος. Καταλάβατε πως ήδη έχουμε χάσει τον πόλεμο να υποθέσω. Έχετε δίκιο. Ας δούμε γιατί.

Μιλάμε για μια απίστευτα δελεαστική κατάσταση. Το 2010 83 από τις 100 μεγαλύτερες εταιρίες των ΗΠΑ είχαν θυγατρική σε κάποιο φορολογικό παράδεισο, το ίδιο και 99 από τις 100 μεγαλύτερες ευρωπαικές. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι μικρά νησιά αλλά και ευρωπαικές χώρες, που προσφέρουν απίστευτα χαμηλούς συντελεστές φορολόγησης ή ακόμα και μηδενική φορολόγηση για τα κέρδη των εταιριών. Τις τελευταίες δεκαετίες οι πολυεθνικές γνώρισαν μια εκρηκτική ανάπτυξη που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στο ότι έχουν θυγατρικές σε τέτοια κράτη. Οι μεγάλες αυτές εταιρίες, των οποίων οι δραστηριότητες μπορούν να λαμβάνουν χώρα σε δεκάδες κράτη έχουν διάσπαρτες θυγατρικές σε φορολογικούς παραδείσους και είναι ταχυδακτυλουργοί στο θέμα των ενδοομιλικών συναλλαγών, συναλλαγές δηλαδή που λαμβάνουν χώρα μεταξύ των τμημάτων της πολυεθνικής. Με αυτόν τον τρόπο μεταφέρουν τα κέρδη τους σε θυγατρικές που εδρεύουν σε φορολογικούς παραδείσους, και τα κόστη σε κράτη πλούσια και με υψηλή φορολογία, όπου πολλές φορές εκπίπτουν κιόλας της φορολογίας. Με αυτόν τον τρόπο εξοικονομούνται τεράστια ποσά τα οποία επανεπενδύονται και ο γίγαντας μεγαλώνει τη στιγμή που μικρότεροι ανταγωνιστές καθηλωμένοι στα όρια των εθνικών κρατών και με το βραχνά της φορολογίας στην πλάτη τους μένουν χιλιόμετρα πίσω και εξαφανίζονται. Και φυσικά δεν είναι μόνο το θέμα της χαμηλής φορολόγησης που μπορείς να πεις ότι είναι μεν ανήθικο αλλά νόμιμο εφόσον υπάρχει η δυνατότητα. Είναι και το θέμα της διαφθοράς. Αυτά τα κράτη ονομάζονται επικράτειες εχεμύθειας, και ασφαλώς πολλές εταιρίες συναλλάσσονται με σκοπό το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Δεν είναι λίγα τα σκάνδαλα με πολυεθνικές κυρίως σε χώρες που ήταν παλαιότερα αποικίες της Βρετανίας αλλά και της Γαλλίας.

Στην πραγματικότητα είναι για τις κυβερνήσεις πάρα πολύ δύσκολο έως αδύνατο να φορολογήσουν αυτές τις δραστηριότητες γιατί αφενός το σύστημα είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και τα ίχνη του χρήματος χάνονται μέσα από δεκάδες διασυνοριακές συναλλαγές, αφετέρου γιατί τα κράτη που προσφέρουν τέτοιες υπηρεσίες τις καλύπτουν με ένα βαρύ πέπλο εχεμύθειας και πολλά απόρρητα τα οποία λειτουργούν προς όφελος των φοροφυγάδων. Στην πραγματικότητα μπορείς σε ελάχιστα λεπτά να ιδρύσεις ας πούμε ένα καταπίστευμα στον Παναμά, τα λεφτά του οποίου να είναι σε ένα τραπεζικό λογαριασμό στην Ελβετία και καταπιστευματοδόχος να είναι κάποιος δικηγόρος στην Αθήνα ο οποίος διαχειρίζεται χιλιάδες καταπιστεύματα και δε θα αποκαλύψει ποτέ τον δικαιούχο αφού υπάρχει απόρρητο.

Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται ίσως η μεγαλύτερη αδικία που υπάρχει αυτήν τη στιγμή στην παγκόσμια οικονομία. Μεγάλες πολυεθνικές η γενικά μεγάλες εταιρίες πληρώνουν ελάχιστους φόρους ή έχουν ακόμη και επιστροφή φόρων σε ευρωπαϊκές χώρες, μιας και, διαθέτοντας μια στρατιά από λογιστές και δικηγόρους είναι πολύ εύκολο για αυτές να έχουν θυγατρικές αλλά και να εδρεύουν τα διοικητικά τους συμβούλια σε τέτοιους φορολογικούς παραδείσους, τη στιγμή που για μια μεσαία επιχείρηση κάτι τέτοιο είναι πολύ δαπανηρό αλλά και δύσκολο να πραγματοποιηθεί. Από εκεί και πέρα δημιουργείται ένας αέναος κύκλος ο οποίος γέρνει υπέρ της πολυεθνικής, η οποία μεγεθύνεται, και αφήνει πίσω οποιαδήποτε άλλη εταιρία που ενεργεί στα πλαίσια του εθνικού κράτους. Φυσικά τον κύκλο ανοίγουν τα ποσά της φορολόγησης με τα οποία επιβαρύνεται συνεχώς η μία, και συνεχώς γλιτώνει η άλλη. Όλη αυτή η διαφορά αν την αθροίσουμε στο τέλος θα μας δώσει πιθανόν τη διαφορά ανάμεσα στα μεγέθη με βάση τον ισολογισμό, μιας και η μία ότι ποσό γλίτωνε το χρησιμοποιούσε για να αυξήσει το μετοχικό της κεφάλαιο, τη στιγμή που η άλλη παρέμενε στάσιμη λόγω της βαριάς φορολογίας.

Η οικονομία λοιπόν γίνεται παγκοσμιοποιημένη, γίνεται πολύπλοκη, γίνεται διεφθαρμένη και πολύ άδικη, τη στιγμή που οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και οι ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν με δεμένα χέρια, και μάλλον, οικειοθελώς, μιας και κακά τα ψέματα, πολλές από αυτές τις γιγάντιες εταιρίες χρηματοδοτούν την πολιτική σκηνή κρατών της Ευρώπης και φυσικά τα συμφέροντα είναι τεράστια για να προσπαθήσει κανείς να ανακόψει την άδικη ανάπτυξή τους.

Γιάννης Τσιαμήτρος

Φοιτητής Οικονομικών Επιστημών Α.Π.Θ.

Απάντηση