Ας ξεκινήσουμε με έναν σαφή ορισμό:

Offshore εταιρεία ονομάζεται η οικονομική οντότητα που θεωρείται πως δημιουργήθηκε για ένα συγκεκριμένο σκοπό, συνήθως βραχυπρόθεσμο και δε διαπνέεται από την γενικά παραδεκτή αρχή του συνεχούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας.”

Επειδή μάλλον δεν ήταν τόσο σαφής ορισμός, ας συμπληρώσω το εξής:

Η offshore δεν είναι εταιρεία με υλική υπόσταση. Είναι άυλη οντότητα που δεν παράγει αλλά, χρησιμοποιείται για λόγους κερδοσκοπικούς ενάντια στο κρατικό φορολογικό σύστημα. Ιδρύονται σε χώρες με χαμηλή φορολογία, και συντελούν στην αποφυγή της απόδοσης φόρου στο κράτος.

Η Ελλάδα του σήμερα: φορολογία επιχειρήσεων κοντά στο 30% για τις χαμηλές οικονομικές κλίμακες, 45% για τις ανώτερες κλίμακες, προκαταβολή φόρου 100%, φορολόγηση από το πρώτο ευρώ και (το κερασάκι στην τούρτα) ετήσιες εισφορές με την μορφή του κατεπειγόντως. Σαν να μην έφτανε αυτό, κατά την διάρκεια του έτους υπάρχει ένα αχανές και ομιχλώδες τοπίο για τον φόρο που θα μπορούσε από μέρα σε μέρα να προκύψει.

Ένα χάος. Μια επικίνδυνη ρευστότητα στους κανόνες του παιχνιδιού.

Αν σκεφτούμε τις ανώτερες κλίμακες, η φορολογία είναι 45%, σημαίνει ότι για κάθε 1.000.000 ευρώ κέρδους, τα 450.000 τουλάχιστον προσκομίζονται στο κράτος. Μάλλον κι εμείς τότε θα δημιουργούσαμε μια offshore μακρυά από την Ελλάδα, θα δηλώναμε όλα μας τα υπάρχοντα ως πάγια της εταιρείας, και στην ελληνική εφορία θα είχαμε τον τίτλο (τιμής): “άνεργος”. Στην Ελλάδα όσοι δηλώνουν άνεργοι στην εφορία είτε είναι όντως άνεργοι, είτε δεν γνωρίζουν τι έχουν.

Ας αναρωτηθούμε. Είναι δίκαιο αυτό;

Βεβαίως όχι. Η φορολόγηση των υψηλών οικονομικών κλιμακίων θα έπρεπε να γίνεται ανταγωνιστικά με τις υπόλοιπες χώρες, έτσι ώστε να είναι σίγουρο το κράτος για την είσπραξη των φόρων. Το σύστημα αυτό λειτουργεί όπως οι καταναλωτές. Αυτοί όπως και οι ιδιώτες ψάχνουν την χαμηλότερη τιμή. Οι μεν την χαμηλότερη τιμή της αγοράς, οι δε τον μικρότερο συντελεστή φορολογίας. Η λογική όμως παραμένει απαράλλαχτη.

Στην Αμερική ο φόρος των επιχειρήσεων είναι για όλες τις κλίμακες στο 10%. Είναι ένα άκρως επιτυχημένο σχέδιο, καθώς οι όροι παιχνιδιού δεν αλλάζουν από μέρα σε μέρα. Η σταθερότητα είναι αυτή που την κάνει να δέχεται καλόπιστους επενδυτές που γεμίζουν τα ταμεία.

Ο Αριστοτέλης, όμως, έλεγε ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο άνισο, από την ίση μεταχείριση των άνισων. Ακολουθώντας αυτή την (σωστή) του συμβουλή, το άρθρο αυτό έρχεται να προσδώσει μία νέα οπτική στο φορολογικό σύστημα.

 

Η ΟΠΤΙΚΗ:

Καθώς η μάχη κράτους-ιδιωτών συνεχίζεται, η οπτική αυτή στηρίζεται στην εξής λογική:

Είναι πιο εύκολο να κρύψεις κάτι που έχεις, παρά να φανερώσεις κάτι που δεν έχεις.

Όχι δεν πρόκειται για ένα νέο κεφάλαιο της Θεωρίας της Σχετικότητας. Αναφέρεται στα υπάρχοντα και τα κέρδη που δηλώνουν στην εφορία οι ιδιώτες, και φορολογούνται για αυτά.

Προχωρώντας τον συλλογισμό, το φορολογικό σύστημα αυτό, διέπεται από αρχές, μια εκ των οποίων είναι ότι η εκάστοτε επιχείρηση απαλλάσσεται από τις φορολογικές της υποχρεώσεις τον πρώτο ενάμιση χρόνο από την έναρξη λειτουργίας της. Μετά το χρονικό διάστημα αυτό, η φορολογία θα είναι, δίχως εξαίρεση, στο 16%*. Η πρωτοτυπία όμως είναι ότι, όσο αυξάνονται τα κέρδη της εταιρείας, μειώνεται αναλογικά ο συντελεστής φορολόγησης, με την πιο χαμηλή τιμή το 8%*, ενώ όσο μειώνονται τα κέρδη της, αυξάνεται ο συντελεστής, με την πιο υψηλή τιμή του να αγγίζει αλλά να μη ξεπερνάει το 24%*. Αυτό το φορολογικό σύστημα δίνει κίνητρα στους ιδιώτες να επενδύσουν περισσότερα, ώστε να κερδίσουν περισσότερα και τελικά να φορολογηθούν τα λιγότερα. Παράλληλα, τέτοιου είδους κίνητρα, γίνονται πόλος έλξης για τους ξένους επενδυτές, “κλείνουν” τις offshore και “αναγκάζουν” το χρήμα να κινείται, το οποίο είναι ότι πιο υγιές για την πραγματική οικονομία, και μέρος της λύσης, της χρόνιας αυτής οικονομικής κρίσης.

Φυσικά προϋπόθεση για την μείωση της φορολογίας από κλιμάκιο σε κλιμάκιο μπορεί να είναι, εκτός της υψηλής κερδοφορίας, το επίπεδο εταιρικής κοινωνικής ευθύνης που παρουσιάζει ετησίως στους απολογισμούς της η εκάστοτε εταιρεία, το οποίο μετριέται από διεθνή πρότυπα (όπως GRI, AA1000 κτλ.), όπως επίσης και ο αριθμός των εργαζομένων που απασχολεί. Και οι δύο αυτές μετρήσεις όσο υψηλότερες εμφανίζονται, τόσο θα συμβάλλουν και στην μείωση της φορολόγησης.

Η άποψη αυτή ίσως έρχεται σε μερική (αν όχι πλήρη) αντίθεση με την “σεισάχθεια” του Σόλωνα, όμως οι συνθήκες τον 21ο αιώνα για την πραγματική οικονομία έχουν αλλάξει ριζικά. Επιπλέον, δε μπορούμε να χαρακτηρίσουμε λάθος ένα φορολογικό σύστημα στο οποίο, συμφέρει σε όλους η χορήγηση αποδείξεων, μειώνοντας έτσι την φοροαποφυγή και την επικρατούσα λογική του “κακού δημοσίου” και του “αρπακτικού” προφίλ της ελληνικής εφορίας. Αυτή η οπτική, λοιπόν, δίνει μία νέα συλλογιστική στο αιώνιο πρόβλημα της φορολόγησης, προσδίδει μία καινοτόμα έκφραση, υποστηρίζει την επιχειρηματικότητα, ενώ θέτει την βάση για την αδιάλειπτη ανάπτυξη της.

 

 

*όλοι οι αριθμοί των φορολογικών συντελεστών επιλέχθηκαν ώστε να πολλαπλασιάζουν ακριβώς τον αριθμό 8.

Μάρκος Στεφανίδης

Φοιτητής Οικονομικών Επιστημών Α.Π.Θ.

Απάντηση