Σε προηγούμενο άρθρο αναφέρθηκε η οικονομική κρίση που πλήττει πλέον την γείτονα χώρα, Τουρκία. Εν μέσω αυτής η τουρκική λίρα υποβαθμίστηκε έναντι του δολαρίου σε ποσοστό μεγαλύτερο του 40%. Αποτέλεσμα; Οι τουρκικές επιχειρήσεις να δανείζονται σε δολάρια, αλλά να εισπράττουν σε λίρες. Συνεπώς, αναμενόμενο είναι πολλές από αυτές να αδυνατούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα και ιδιαίτερα δυνατό «χτύπημα» για την τουρκική οικονομία αποτελεί η πρόσφατη πτώχευση της Turk Telecom, εταιρίας αντίστοιχης του ΟΤΕ στη χώρα μας.

Η εταιρία εν ολίγοις

Η Turk Telecom είναι εταιρία τηλεπικοινωνιών, κρατική μέχρι το 2005, οπότε και ιδιωτικοποιήθηκε με την εξαγορά της από την Oger Telecom. Τα προϊόντα της εξυπηρετούν ανάγκες σταθερής και κινητή τηλεφωνίας, αλλά και διαδικτύου με δίκτυο που καλύπτει ολόκληρη τη χώρα. Μάλιστα, σύμφωνα με στοιχεία του 2009, ο όμιλος παρείχε υπηρεσίες σε 16,8 εκατ. πελάτες σταθερής και 12,1 εκατ. πελάτες κινητής τηλεφωνίας. Ταυτόχρονα, κατείχε 6 εκατ. συνδέσεις διαδικτύου απασχολώντας 33.600 υπαλλήλους. Βέβαια, υπήρξε και μεγαλομέτοχος σε εταιρίες όπως η Avea (κατέχει το 81,1% των μετοχών) – πάροχος διαδικτύου, η Alb Telecom – εταιρία τηλεπικοινωνιών στην Αλβανία – καθώς και η Türk Telekom Arena – έδρα της τουρκικής Γαλατασαράι.

Η κατάρρευση

Η εταιρία είχε φθάσει να διαθέτει χρέος προς τις τουρκικές τράπεζες που ανήλθε στα 4,7 δισ. δολάρια. Η διοίκηση της στα τέλη του προηγούμενου μήνα ανακοίνωσε ότι αδυνατούσε να το αποπληρώσει, με αποτέλεσμα την πτώχευση. Έτσι, οι πιστώτριες τράπεζες έπειτα από δύο χρόνια διαπραγματεύσεων απέκτησαν τον έλεγχο των μετοχών OTAS στην Turk Telecom. Αυτό ανακοίνωσε το Υπουργείο Οικονομικών της χώρας, αφού η κοινοπραξία τους αποφάσισε τη δημιουργία εταιρίας ειδικού σκοπού, η οποία ελέγχει το 55% του ομίλου. Οι εν λόγω τράπεζες είναι η Akbank, η οποία δάνεισε 1,5 δισ. δολάρια, η Isbank με δάνειο 500 εκατ. δολαρίων και η Garanti με 1 δισ. δολάρια.  Συνεπώς, απομένει ένα 30% της εταιρίας στη διάθεση του τουρκικού υπουργείου και ένα 15% στου δημοσίου.

Σε όλα αυτά, προστίθεται η σύγκρουση Τουρκίας – ΗΠΑ. Η Τουρκία, λοιπόν, μην έχοντας κάποια «σανίδα σωτηρίας» θα απευθυνθεί στην ΕΕ για βοήθεια. Λογικό, βέβαια, αφού οίκοι αξιολόγησης, όπως ο Fitch, προειδοποιούν τη γείτονα χώρα για περαιτέρω αρνητικές αξιολογήσεις εξαιτίας της αδυναμίας των τραπεζών για αναχρηματοδότηση και των παρατεταμένων εκροών καταθέσεων.

Τελικά, η τουρκική οικονομική κρίση σε συνδυασμό με όλα τα παραπάνω θέτει σε κίνδυνο τη μελλοντική πορεία των επιχειρήσεων εκεί. Πλέον,  αυτές όλο και συχνότερα δε δύνανται να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους με την τουρκική οικονομία αλλάζει σε μακροοικονομικό επίπεδο.

Απάντηση