Καρανικόλας Κωνσταντίνος, φοιτητής οικονομικών επιστημών ΑΠΘ:

Στο 2ο μέρος του εικοστού αιώνα, μετά από δύο καταστροφικούς Παγκόσμιους Πολέμους και τον «Ψυχρό» Πόλεμο ανάμεσα στις Η.Π.Α. και τη Ρωσία να είναι σε εξέλιξη, οι άνθρωποι συνειδητοποίησαν ότι η εξελισσόμενη εκμετάλλευση των φυσικών πόρων για την πραγματοποίηση αυτών των καταστροφικών πολέμων, θα κατέληγε στην εξάντληση του «φυσικού κεφαλαίου» του πλανήτη (Dittmar, 2013). Η ταχεία τεχνολογική ανάπτυξη, η οποία λάμβανε χώρα κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, υποτίθεται ότι θα διευκόλυνε τη ζωή των ανθρώπων, θα τους έκανε πιο υγιείς και πιο παραγωγικούς. Οι άνθρωποι δεν συνειδητοποίησαν εκείνη τη περίοδο ότι η παγκόσμια εκβιομηχάνιση είχε από τη μία οδηγήσει σε ανήκουστα τεχνολογικά επιτεύγματα και ανάπτυξη, αλλά από την άλλη πλευρά καταπάτησε την «φέρουσα ικανότητα» του πλανήτη και του περιβάλλοντος. Η παγκόσμια βιομηχανική μεγέθυνση, μαζί με την συνεχόμενη οικονομική ανάπτυξη των χωρών, παρήγαγε την ανάγκη της επιστημονικής κοινότητας να ερευνήσει τις επιπτώσεις αυτής της συνεχόμενης εκμετάλλευσης και κατανάλωσης των φυσικών πόρων.

Το 1972 τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής δημοσιοποιήθηκαν στο βιβλίο “The Limits to Growth” (H.Meadows,1972), η οποία ισχυρίστηκε ότι η βιομηχανοποιημένη και «οικονομικοποιημένη» κοινωνία μας θα φτάσει τα όρια της ανάπτυξής της στο 1ο μισό του 21ου αιώνα, σε μία ξαφνική και δυσαρμονική ύφεση. Από τότε άνθρωποι ανά τον κόσμο άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι ο υλιστικός Δυτικός τρόπος ζωής τον οποίο απολάμβαναν θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στο παγκόσμιο περιβάλλον.

Τη δεκαετία του 1980 μετά τις προειδοποιήσεις επιστημόνων, αυξήθηκε η ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με την περιβαλλοντική υποβάθμιση, την κλιματική αλλαγή και την ανεξέλεγκτη βιομηχανική μεγέθυνση. Σαν αποτέλεσμα, το Δεκέμβριο του 1983, τα Ηνωμένα Έθνη συγκρότησαν έναν οργανισμό με σκοπό την εστίαση στα περιβαλλοντικά προβλήματα. Η οντότητα η οποία δημιουργήθηκε ήταν η Brundtland Commission (The United Nations, 1987), (International Institute of Sustainable Development, 1990), με την Gro Harlem Brundtland να τίθεται επικεφαλής του οργανισμού, η οποία και έθιξε το πρόβλημα της μη βιώσιμης ασυγκράτητης ανάπτυξης των αναπτυγμένων χωρών.

ιν1Το 1987, η Brundtland Commission εξέδωσε την έκθεση της με τίτλο “Our Common Future”,  στην οποία μπορεί κανείς να εντοπίσει την έννοια της Βιώσιμης Ανάπτυξης καθώς επίσης και δύο έννοιες κλειδιά:

«Βιώσιμη είναι η ανάπτυξη η οποία εκπληρώνει τις παρούσες ανάγκες, χωρίς να διακυβεύει την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να εκπληρώσουν τις δικές τους ανάγκες»

Σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Βιώσιμης Ανάπτυξης, στην έκθεση της Brundtland Commission, η Βιώσιμη Ανάπτυξη αποτελείται επίσης από δύο έννοιες «κλειδιά»:

  • «την έννοια των αναγκών», ιδιαίτερα οι απαραίτητες ανάγκες των φτωχών του κόσμου, στις οποίες θα πρέπει να δοθεί υπέρτατη προτεραιότητα, οι οποία καταλήγει στη «δικαιοσύνη μεταξύ παρουσών γενεών» (Anand, Sen, 1994), η οποία είναι και η δικαιοσύνη ανάμεσα στους ανθρώπους του σήμερα, και
  • «την ιδέα τον περιορισμών η οποία θα επιβληθεί από την κατάσταση της τεχνολογίας και της κοινωνικής οργάνωσης της ικανότητας του περιβάλλοντος να εκπληρώσει τις παρούσες και τις μελλοντικές ανάγκες», η οποία οδηγεί στην «δικαιοσύνη μεταξύ των γενεών» (Anand, S. &Sen, A., 1994), η οποία είναι η δικαιοσύνη μεταξύ των παρουσών και των μελλοντικών γενεών.

Τα επόμενα χρόνια, το 1992 στο Ρίο Ντε Τζανέιρο, όπου πραγματοποιήθηκε το συνέδριο των Ηνωμένων Εθνών στο Περιβάλλον και την Ανάπτυξη (United Nations, 1992), συγκεντρώθηκαν κυβερνητικές αρχές, Μη-Κυβερνητικοί Οργανισμοίιν2 και παγκόσμια Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης έτσι ώστε να σχηματίσουν μια πολιτική σχετικά με τα παγκόσμια περιβαλλοντικά προβλήματα. Η έκβαση του συνεδρίου ήταν η γνωστή «Ατζέντα 21» (Haines, Alleyne, Kickbusch, Dora., 2012), η οποία έθεσε συγκεκριμένες αρχές και πολιτικές (Report of the United Nations Conference on Environment and Development, 1992) σχετικά με τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου ζωής σε σχέση με το περιβάλλον. Ένα συγκεκριμένο μέρος της «Ατζέντας 21» είναι αφιερωμένη στην προσοχή των τοπικών αρχών σχετικά με βιώσιμες πρακτικές στον τουριστικό τομέα (UNEP, 2003). Ο θεμέλιος λίθος της ατζέντας είναι οι τρόποι με τους οποίους θα προωθηθούν οι αρχές της «Ατζέντας 21». Αυτές οι αρχές και πολιτικές προορίζονταν να επιτευχθούν στις αρχές του 21ου αιώνα με την εγκαθίδρυση παγκόσμιας συνεργασίας στη δημιουργία περιβαλλοντικής συνείδησης και με την επίσπευση της Βιώσιμης Ανάπτυξης (UNEP, 2003).

Στo World Summit του 2005 (United Nations, 2005), δηλώθηκε ότι τα Ηνωμένα Έθνη θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην προώθηση της Βιώσιμη Ανάπτυξης με την ενίσχυση της συνεργασίας προς ένα κοινό στόχο: την προστασία του περιβάλλοντος. Επίσης κατέληξε στον ισχυρισμό ότι η βιωσιμότητα αποτελείται από τρεις θεμελιώδεις πυλώνες: τον οικονομικό, τον κοινωνικό και τον περιβαλλοντικό (United Nations, 2005).

ιν3Kάθε εταιρία η οποία θέλει να παραμείνει ανταγωνιστική μακροπρόθεσμα και να έχει μακροχρόνια οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική ευημερία θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψιν της τους τρεις πυλώνες της βιωσιμότητας.

Ο οικονομικός πυλώνας της Βιώσιμη Ανάπτυξης απεικονίζει την δίκαιη κατανομή των χρησιμοποιούμενων πόρων για την παραγωγική διαδικασία της επιχείρησης. Η οικονομική βιωσιμότητα αποτυπώνει το γεγονός ότι η εταιρία θα παραμείνει κερδοφόρα χωρίς να προκαλεί κοινωνικά ή περιβαλλοντικά προβλήματα, τα οποία θα πλήξουν τη μελλοντική φερεγγυότητά της.

Η περιβαλλοντική βιωσιμότητα επιτυγχάνεται σε μια εταιρία, όταν οι λειτουργίες της, οι διαδικασίες της και η παραγωγική της διαδικασία αφήνουν ένα σημαντικά μειωμένο οικολογικό αντίκτυπο, χωρίς να απειλούν το περιβάλλον, με τη χρησιμοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, συστημάτων διαχείρισης απορριμμάτων και ενέργειας.

Ο κοινωνικός πυλώνας της Βιώσιμης Ανάπτυξης επικεντρώνεται στη μετατόπιση των ατομικών αναγκών προς το μέρος των συλλογικών αναγκών. Μια εταιρία και γενικότερα ο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να δει τον εαυτό του ως κομμάτι ενός γενικότερου συνόλου και να να μη σκέφτεται ατομικά, αλλά συλλογικά. Οι λειτουργίες των εταιριών θα πρέπει:

  • Να προστατεύουν και αν είναι δυνατόν να βελτιώνουν την υγεία των ανθρώπων
  • Να ξεκινήσουν προγράμματα στα οποία οι εργαζόμενοι και η τοπική κοινωνία θα ενημερώνεται σχετικά με πρακτικές Βιώσιμης Ανάπτυξης
  • Να πυροδοτήσουν την εκπαιδευτικά προγράμματα σχετικά με τη βιωσιμότητα

Ο πιο σημαντικός πυλώνας εκ των τριών με τη μεγαλύτερη προτεραιότητα και τις μεγαλύτερες επιπτώσεις είναι ο περιβαλλοντικός πυλώνας, καθώς με κατεστραμμένο περιβάλλον, η κοινωνία είναι επίσης κατεστραμμένη και ως αποτέλεσμα και η οικονομία επίσης. Από την άλλη πλευρά, και οι τρεις πυλώνες είναι μεταξύ τους συνδεδεμένοι, με σκοπό την επίτευξη της Βιώσιμης Ανάπτυξης και πολλές φορές δύο πυλώνας μπορούν να προάγουν τον τρίτο.

Είναι προφανές ότι τα τελευταία χρόνια, εταιρίες οι οποίες ξεκίνησαν να νοιάζονται για την κοινωνία και το περιβάλλον, εκτός της κερδοφορίας τους. Μια τεράστια ποσότητα συνδεδεμένων παραγόντων, κυρίως της παγκοσμιοποίησης, της απορρύθμισης των αγορών, της γρήγορης ανάπτυξης της πληροφορικής, της ενισχυμένης επιρροής των καταναλωτών και των Μη-Κυβερνητικών Οργανώσεων (Μ.Κ.Ο.), της πολυφωνίας της πληροφορίας, καθώς επίσης και παραγόντων όπως είναι οι μαζικές απολύσεις, οι οποίες είναι συνδεδεμένες με την ταυτόχρονη απόληψη τεραστίων bonuses, η σπανιότητα των φυσικών πόρων με της επικείμενες κλιματικές καταστροφές, η παιδική εργασία, η πολιτική διαφθορά, τα επιχειρηματικά σκάνδαλα, η οικονομική κρίση, σχηματίζουν ένα νέο κοινωνικό – περιβαλλοντικό – οικονομικό πλαίσιο, το οποίο ωθεί τους οργανισμούς και τις εταιρίες στον επαναπροσδιορισμό του ρόλου τους και των ευθυνών τους ως προς την κοινωνία.

 

Απάντηση